Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010

ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΟΙ: 'Ομηροι παγίων και διαρκών αναγκών των κυβερνώντων

Η υπενθύμιση του 1476 του 1984, ίσως χαρακτηριστεί επικίνδυνη οπισθοδρόμηση, ενώ η επίκληση του 2190 του 1994, πιθανόν να θεωρηθεί άσκοπος αναχρονισμός. Η αναφορά, τέλος, του πιο πρόσφατου άρθρου 103§6, του 2001, ενδέχεται να θεωρηθεί ανούσια παρελθοντολογία.

Οι νόμοι –σε αυτούς παραπέμπουν οι αριθμοί πριν τις χρονολογίες– αποτελούν σε βάθος χρόνου τις δύο σοβαρότερες κυβερνητικές απόπειρες, ν’ αντιμετωπιστεί ριζικά το χρόνιο πρόβλημα των πάλαι ποτέ «εκτάκτων» και μετέπειτα «συμβασιούχων» του Δημοσίου. Η δε ρητή συνταγματική διάταξη (103§6), που απαγορεύει τη μονιμοποίηση με νόμο προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ή τη μετατροπή των συμβάσεών του σε αορίστου χρόνου, διατηρεί πλέον την ισχύ της –στο «αυστηρό» μας Σύνταγμα– μάλλον σαν απολίθωμα, παρά ως κατευθυντήριος άξονας μοιάζει.

Το πρόβλημα των συμβασιούχων ακολουθεί τα παρακμιακά βήματα του πολιτικού συστήματος. Όπως εύστοχα επισημαίνει ο Άρις Καζάκος: «Το θέμα των συμβασιούχων είναι πρόβλημα κοινωνικό και πολιτικό. Τα κόμματα, εκμεταλλευόμενα την ανάγκη των ανθρώπων για εργασία, αξιοποιούν την εξουσία προκειμένου να δημιουργήσουν δεσμούς πατρωνίας και πελατειακές σχέσεις με όσους θέλουν να εξασφαλίσουν το εργασιακό τους μέλλον».

Πέρα από τις αντιδράσεις που μπορεί να προκάλεσαν στην κοινή γνώμη οι πρόσφατες κινητοποιήσεις των συμβασιούχων στην Ακρόπολη, το πρόβλημα είναι οξύ και δεν αφορά μόνον τους ίδιους, αλλά όλους μας, κράτος και κοινωνία. Μάλιστα, η πρόσφατη γνωμοδότηση του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με την οποία το Δημόσιο, οι ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ οφείλουν να συμμορφώνονται προς τις προσωρινές διαταγές των δικαστηρίων για τους συμβασιούχους, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί επιπόλαια, ότι αποτελεί άλλο ένα επεισόδιο σ’ αυτό το επώδυνο και μακροχρόνιο σήριαλ, αλλά ως θρυαλλίδα, ικανή να τινάξει στον αέρα όλα όσα επιδιώκονται, τόσο στον τομέα των δημόσιων οικονομικών, όσο και στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης του κράτους.

Με την εφαρμογή της γνωμοδότησης αυτής από τα δικαστήρια, οι εκατοντάδες χιλιάδες συμβασιούχοι, της περιόδου διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία, αλλά και όσοι οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ είχαν στο παρελθόν δημιουργήσει, σε συνδυασμό με τις επίσης εκατοντάδες χιλιάδες απασχολούμενους των προγραμμάτων stages, οι οποίοι κατέκλυσαν –κυριολεκτικά– δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς, δήμους κι άλλα δημόσια νομικά πρόσωπα –κατ’ εξοχήν επί κυβερνήσεων Νέας Δημοκρατίας–, που προσέφυγαν στη δικαιοσύνη, έχουν πλέον τη βάσιμη προσδοκία, ότι σύντομα θ’ αποτελέσουν υπαλλήλους αορίστου χρόνου στο ελληνικό δημόσιο.

Η επίκληση της «κάλυψης πάγιων και διαρκών αναγκών» και το στοιχείο του «βιοπορισμού», αποτελούν τους βασικούς πυλώνες, πάνω στους οποίους θεμελιώνονται κατά κανόνα οι αθρόες αγωγές που έχουν κατατεθεί. Μια αιτιολογία, που έστω κι αν δεν είναι σε κάθε περίπτωση επαρκής ή αποδεδειγμένη, επαρκεί για να αποδειχθεί όμως μια ακόμη πολιτική συμπεριφορά, που ακολουθήθηκε διαχρονικά με περισσή ανευθυνότητα και πονηριά και συνέβαλε ουσιαστικά στη δημιουργία του σημερινού αδιεξόδου.

Η διαχείριση της κατάστασης από την παρούσα κυβέρνηση και υπό το φως των «προδιαγραφών» του μνημονίου, δεν ξέρουμε πόσο μπορεί να είναι εύκολη υπόθεση. Οφείλουν όμως εκείνοι που έχουν δημιουργήσει το πρόβλημα, να σχεδιάσουν και να προχωρήσουν στη λύση του, επιδιώκοντας τη ριζική αντιμετώπισή του και για το μέλλον.

Προφανώς, είναι τόσο λεπτό το θέμα, ώστε όποια άποψη και να υποστηρίξει κάποιος, εύκολα μπορεί να βρεθεί εν αδίκω. Ίσως πρόκειται για το πλέον δυσεπίλυτο πρόβλημα, εφόσον δεν έχει να κάνει με αριθμούς και ποσοστά, αλλά με ανθρώπινες ανάγκες και υποχρεώσεις. Πιθανόν, μια λύση να είναι ο περιορισμός του κράτους σε απόλυτα αναγκαίους για τη λειτουργία και την κοινωνική του διάσταση τομείς (παιδεία, υγεία, άμυνα κ.λπ), ίσως μια άλλη σκέψη ν’ αναφέρεται στην κατάργηση της σύναψης συμβάσεων μεταξύ δημοσίου και φυσικών προσώπων, αλλά η κάλυψη των εποχιακών ή έκτακτων κρατικών αναγκών ν’ αντιμετωπίζεται με αντισυμβαλλόμενα άλλα ιδιωτικού δικαίου νομικά πρόσωπα (εταιρείες, σωματεία κ.λπ.).

Σε κάθε περίπτωση, κρίσιμο είναι ν’ αποφασιστεί τι πρέπει να γίνει τώρα, κι είναι κρίσιμο τώρα, την περίοδο που οι «κόκκινες γραμμές» τραβιώνται με τόση ευκολία, να μην διαγραφούν με μια μονοκοντυλιά δίκαιες απαιτήσεις για εργασία χιλιάδων ανθρώπων, αλλά με κοινωνικά δίκαιο και πολιτικά ορθό τρόπο, να διορθωθούν δια παντός άδικες πολιτικές συμπεριφορές, που κρατούν επί τόσα χρόνια σε ομηρία χιλιάδες ανθρώπους, αλλά και την κοινωνία στο σύνολό της δέσμια μακροχρόνιων πελατειακών επιλογών.

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

ΚΡΑΤΟΣ: Η "μάχη" πρέπει να κερδιστεί πρώτα από μέσα

«Μικρό», «ευέλικτο», «στρατηγείο», αλλά κι «αναποτελεσματικό», «γραφειοκρατικό», «ρουσφετολογικό», τόσα και τόσα επίθετα έχουν τοποθετηθεί επί δεκαετίες δίπλα από τη μαγική –για τα ελληνικά δεδομένα– λέξη «κράτος». Ανάλογα με την περίσταση και τη ν εποχή, το διαχρονικό εργαλείο άσκησης της κυβερνητικής πολιτικής στον τόπο μας, βρίσκεται σήμερα στο μάτι του κυκλώνα.

Ενόψει της κρίσιμης οικονομικής κατάστασης στην οποία έχει οδηγηθεί η χώρα και υπό το βάρος –και τις δεσμεύσεις– του μνημονίου, για μια ακόμα φορά ο «μεγάλος ασθενής» απειλείται με «μαχαίρι». Κατάργηση δημοσίων υπηρεσιών, άρση της μονιμότητας, απολύσεις συμβασιούχων ορισμένου χρόνου, αναδιοργάνωση και συγχώνευση κλάδων και θέσεων βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη των κυβερνητικών εξαγγελιών και των πολιτικών προβληματισμών.

Πάντα «πούλαγε» το ελληνικό Δημόσιο, ήταν «μαγαζί γωνία», μια θέση σ’ αυτό ισοδυναμούσε, λίγο πολύ, με μια θέση στον ήλιο. Από την ίδρυση του κράτους, αποτέλεσε το μήλον της έριδος πολιτικών, κομμάτων και παρατάξεων. Η δυνατότητα να χρηματοδοτεί, μέσω του κρατικού προϋπολογισμού, την αναπαραγωγή και τη διεύρυνση της εξουσίας τους, το καθιστούσε μοναδικής σπουδαιότητας μηχανισμό επιβολής και κυριαρχίας πάνω στην κοινωνία.

Αν ανατρέξουμε σε μελέτες, αναλύσεις και αρθρογραφία των δύο περασμένων αιώνων θα ανακαλύψουμε –και μάλιστα πολύ εύκολα– πανσπερμία απόψεων και συμπερασμάτων, που αποτυπώνουν με παραστατικότητα και σε βάθος, πώς αρθρώθηκε χρόνο με το χρόνο και κυβέρνηση με την κυβέρνηση αυτή η μοναδική για τα δεδομένα του δυτικού κόσμου σχέση αλληλεξάρτησης πολιτικής εξουσίας και πολιτών. Ενώ όμως οι διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα, τόσο για τα αίτια, όσο και για τις συνέπειες και του τι θα έπρεπε ν’ αλλάξει, συνέπιπταν διαχρονικά και με αξιοθαύμαστη μάλιστα ακρίβεια, τουναντίον, από την πλευρά της εκτελεστικής εξουσίας, ελάχιστα έχουν συντελεστεί προς την κατεύθυνση της αποκατάστασης των παθολογιών του συστήματος της κρατικής οργάνωσης και διοίκησης.

Συνεπή προς την προσφιλή προεκλογική «φλυαρία» τους τα πολιτικά κόμματα, θεωρούσαν κάτι σαν «χρέος τιμής» ν’ αναφερθούν –ιδιαίτερα από το 1974 και μετά– στον κρατικό μηχανισμό και τις αλλαγές επί τα βελτίω, που προτίθενται να επιφέρουν, εφόσον οι πολίτες τους εμπιστευτούν τη διακυβέρνηση του τόπου. Λίγες μέρες μετά τις εκλογές, κάνουν μια γενικότερη αναφορά στις προγραμματικές τους δηλώσεις, εφόσον σχηματίσουν κυβέρνηση, για να πράξουν τα ακριβώς αντίθετα κατά τη διάρκεια της θητείας τους, στο βαθμό φυσικά που θ’ αποφασίσουν ν’ ασχοληθούν με το θέμα.

Η πολυδιαφημισμένη «επανίδρυση του κράτους», θα μείνει ίσως η ιστορικότερη προεκλογική εξαγγελία, που όχι μόνο δεν επιχειρήθηκε, αλλά αποδεδειγμένα, κινούμενη προς την αντίθετη κατεύθυνση, αναδείχτηκε ως η πλέον πολυδάπανη, αδιαφανής και ρουσφετολογική κυβερνητική πρακτική, που ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για το τραγικό αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η χώρα.

Σήμερα επιβάλλονται άλματα. Ελλείψεις και ολιγωρίες δεκαετιών καλείται η κυβέρνηση να υλοποιήσει μέσα σε λίγους μήνες. Οι περισσότερες «Διαρθρωτικές Πολιτικές», που περιλαμβάνονται στο –περιβόητο– Μνημόνιο (Παράρτημα ΙΙΙ - Ν. 3845/2010), όπως: Ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης, η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και ενίσχυση του ανταγωνισμού, η διαχείριση και αποκρατικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων, η βελτίωση της απορρόφησης κοινοτικών κονδυλίων, αλλά κι αυτή ακόμα η ενίσχυση της αγοράς εργασίας, αφορούν ή επηρεάζονται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα από το κράτος, από το δημόσιο τομέα.

Είναι δυνατόν αυτός ο μηχανισμός, ν’ αντέξει από τη μια την πίεση της συρρίκνωσης και της βίαιης μεταβολής της μισθολογικής του κατάστασης, των εργασιακών του σχέσεων και «κεκτημένων» κι απ’ την άλλη, να υποστηρίξει με συνέπεια και αποτελεσματικότητα την προώθηση αυτών των πολιτικών, που θα οδηγήσουν στην ανάταξη και τελικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας;

Αυτό είναι και το μεγάλο στοίχημα της κυβέρνησης για τους επόμενους μήνες. Οι περισσότερες πιθανότητες για να κερδιστεί, βρίσκονται μόνο σε μια λέξη: Εμπιστοσύνη. Αν οι αλλαγές που θα προωθηθούν, κατορθώσουν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των εργαζόμενων στις δημόσιες υπηρεσίες, όχι τόσο για την αναγκαιότητά τους, αλλά προπαντός για την αξιοπιστία και τη χρησιμότητά τους, τότε η υλοποίησή τους και σύντομα θα εξελιχθεί και με αποτελεσματικότητα. Η εμπιστοσύνη, φυσικά, προϋποθέτει συγκεκριμένες διαδικασίες και ενέργειες, απαιτεί ένα κατάλληλα διαμορφωμένο περιβάλλον, επιβάλλει κοινούς κώδικες κι ανοιχτούς διαύλους αμφίδρομης επικοινωνίας.

Τέτοιες «πολυτέλειες», είναι προφανές ότι κάτω από τις παρούσες συνθήκες δεν υπάρχουν, υπάρχουν όμως ακόμα στελέχη και υπάλληλοι με γνώσεις και εμπειρίες, με διάθεση και κουράγιο, με δυναμισμό και θέληση, αυτά είναι η «πολυτέλεια» που διαθέτει η δημόσια διοίκηση. Αν αξιοποιηθούν και δεν συνθλιβούν –όπως και το σύνολο του προσωπικού– στις μυλόπετρες των «εξωτερικών μελετητών», «ειδικών συνεργατών» και «ιδιωτικών συμβούλων», στην προσπάθεια να επιβληθούν όπως-όπως λύσεις από «τα πάνω», είναι δυνατόν να συμβάλουν αποφασιστικά στην επίτευξη αυτού του σημαντικού έργου, αν όχι του θαύματος –περί αυτού πρόκειται– που αναζητείται εναγωνίως από την κυβέρνηση να πραγματοποιηθεί για το ελληνικό κράτος μέσα στο 2011.

Η «μάχη» για την αλλαγή στο κράτος θα δοθεί και θα κριθεί πρώτα από «μέσα» κι έχει σημασία να είναι επιτυχής η έκβασή της, εφόσον μας αφορά όλους, και τους μέσα και τους έξω.

Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ: 'Ενα αποτέλεσμα διόλου "φιλικό"

Ο συνδυασμός «Χαλάνδρι Φιλική Πόλη» με επικεφαλής τον Στάθη Ανδρεόπουλο, είναι τελικά ο μεγάλος χαμένος των Δημοτικών εκλογών (8.671 ψήφοι – ποσοστό 46%) στο Δήμο Χαλανδρίου. Αντίθετα, ο Γιώργος Κουράσης και το «Χαλάνδρι σε Δράση» κατόρθωσαν στο δεύτερο γύρο να κερδίσουν την ψήφο 10.180 δημοτών (ποσοστό 54%) και να κόψουν πρώτοι το νήμα κερδίζοντας ταυτόχρονα και τη Δημαρχία.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι από μια δεξαμενή 10.800 ψηφοφόρων, που την πρώτη Κυριακή ψήφισαν τους τέσσερεις συνδυασμούς που αποκλείστηκαν (Καρατζά – ΚΚΕ, Παττακός - ανεξάρτητος ΠΑΣΟΚ, Αντίσταση – ΣΥΝ, Οικολόγοι κ.λπ., Πανταζής - ανεξάρτητος ΠΑΣΟΚ), ο συνδυασμός «Χαλάνδρι Φιλική Πόλη» κατόρθωσε να αποσπάσει μόνον 2.500 ψήφους (το ¼ περίπου). Ενώ, ο αντίπαλος συνδυασμός «Χαλάνδρι σε Δράση», που πλειοψήφισε την πρώτη Κυριακή, κατόρθωσε μετά βίας τη δεύτερη Κυριακή ν’ αυξήσει τη δύναμή του κατά 780 ψήφους (ουσιαστικά διατήρησε τις δυνάμεις του).
Ο μεγάλος πρωταγωνιστής, όπως σε όλη την Ελλάδα, και στο δεύτερο γύρο ήταν η μεγάλη αποχή (6.814 ψηφοφόροι ή ποσοστό 56,5%), που σε συνδυασμό με τα 2.765 άκυρα/λευκά (ποσοστό 10,5%), συνθέτουν το παζλ των αριθμητικών δεδομένων του εκλογικού αποτελέσματος για τον Δήμο Χαλανδρίου.
Στο πολιτικό επίπεδο, η ήττα του συνδυασμού «Χαλάνδρι Φιλική Πόλη», που υποστηρίχτηκε επισήμως από το ΠΑΣΟΚ, επιβεβαιώνει την αντίληψη που έχει παγιωθεί στην τοπική κοινωνία, ότι ο νεαρός υποψήφιος δήμαρχος, παρά την ευχέρεια λόγου και την καλή του διάθεση, δεν είχε διεισδυτικότητα στο εκλογικό σώμα και δεν συσπείρωνε τους ψηφοφόρους, όχι μόνο των συγγενών πολιτικά χώρων, αλλά ούτε του ίδιου του κομματικού χώρου που τον στηρίζει. Το αποτέλεσμα πάντως, δεν κρίθηκε ουσιαστικά στις δύο διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις των εκλογών που πέρασαν, ούτε επηρεάστηκε αποφασιστικά από την ύπαρξη των δύο ανταρτών. Η εκλογική τύχη του συνδυασμού «Χαλάνδρι Φιλική Πόλη» είχε κριθεί στη διάρκεια της τετραετίας, ενδεχομένως και πριν απ’ αυτή.
Έτσι, ενώ η τετραετία που πέρασε σημαδευόταν από πολυάριθμες αποσπασματικές αποφάσεις της Δημοτικής Αρχής, που επιβάρυναν δυσβάσταχτα το δημοτικό ταμείο δίχως να προσφέρουν ουσιαστικές λύσεις στα χρονίζοντα προβλήματα του Δήμου (κυκλοφοριακό, σχέδιο πόλης, οικιστική ανάπτυξη, περιορισμός ελεύθερων χώρων, περιβάλλον, χώροι αναψυχής κ.λπ.), η επικοινωνιακή αδυναμία της παράταξης «Χαλάνδρι Φιλική Πόλη», δεν επέτρεψε ν’ αναδειχθούν και να καταστούν κυρίαρχα ως ζωτικής σημασίας προβλήματα για την αλλοίωση του προαστιακού χαρακτήρα και της φυσιογνωμίας της περιοχής. Σε καμιά περίπτωση δεν έφτασαν στις γειτονιές και τα καφενεία του Χαλανδρίου τα θέματα π.χ. των παράνομων διαφημιστικών πινακίδων, του Carrefour, του σχεδίου πόλης. Ούτε, από την άλλη πλευρά, η λαϊκή δυσαρέσκεια και αγανάκτηση, που δημιουργούσαν οι αποφάσεις της διοίκησης του Δήμου (π.χ. εφαρμογή κυκλοφοριακής μελέτης σε διάφορες περιοχές, ποδηλατόδρομοι κ.λπ.) αξιοποιήθηκαν και κεφαλαιοποιήθηκαν, με τρόπο που να δημιουργηθεί δυναμική καταψήφισης τελικά του συνδυασμού της πλειοψηφίας του πρώην Δημάρχου Γρηγόρη Ζαφειρόπουλου (εκλέχτηκε περιφερειακός σύμβουλος με τον Βασίλη Κικίλια) στις δημοτικές εκλογές.
Σπουδαίο ήταν και το ζήτημα των συμμαχιών, εφόσον παραδοσιακά το Χαλάνδρι την περίοδο μετά το 1978, διοικήθηκε από προοδευτικές πλειοψηφίες (Πέρκιζας – Παττακός), που σχηματίζονταν στο δεύτερο γύρο μετά από συμμαχίες και συνεργασίες των δημοτικών παρατάξεων και των πολιτικών δυνάμεων. Για συμμαχίες στην περίπτωση του συνδυασμού «Χαλάνδρι Φιλική Πόλη» ούτε συζήτηση. Ήδη από την προεκλογική περίοδο του 2006, είχαν γκρεμιστεί τα τείχη, όχι μόνο με τον χώρο της παραδοσιακής αριστεράς (ΚΚΕ) και των άλλων παρατάξεων της ευρύτερης αριστεράς, αλλά και με στελέχη του τοπικού ΠΑΣΟΚ, που –ο καθένας για τους δικούς του λόγους– διαχώρισαν λιγότερο ή περισσότερο διακριτικά τη θέση τους.
Έτσι ο Στάθης Ανδρεόπουλος κι η δημοτική του ομάδα, βρέθηκαν τελικά ν’ αντιπολιτεύονται επί τέσσερα χρόνια μόνοι μέσα στους τέσσερεις τοίχους της αίθουσας συνεδριάσεων του δημοτικού συμβουλίου και στα όργανα του Δήμου κι αυτό ενίοτε χωρίς μεγάλη επιτυχία. Οι διαπληκτισμοί και τα νταϊλίκια κατά τη διάρκεια των συμβουλίων, επιβεβαίωναν απλώς την αδυναμία ν’ αρθρωθεί με αποτελεσματικότητα πειστικός και πιεστικός αντιπολιτευτικός λόγος.
Η απομόνωση κι η πολιτική μοναξιά, δεν περιορίστηκαν μόνο στο παραταξιακό επίπεδο και μέσα στις συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου, αλλά ήταν εμφανής στις γειτονιές και τα διαμερίσματα του Δήμου. Η αδυναμία δημιουργίας επικοινωνιακής δυναμικής ακολουθούσε τον συνδυασμό σε κάθε του βήμα. Η ανυπαρξία έντυπου ή ηλεκτρονικού μέσου επικοινωνίας ήταν ορατή δια γυμνού οφθαλμού, ενώ η ισχνή παρουσία και παρέμβαση των δημοτικών συμβούλων του συνδυασμού στα τοπικά δρώμενα κι εκδηλώσεις ήταν περισσότερο από κραυγαλέα. Τελικά, όλο αυτό το υποτονικό πολιτικά και κοινωνικά κλίμα εκφράστηκε και με την ηχηρή αποχή ή με τη συμμετοχή σε άλλους συνδυασμούς, στελεχών από το ψηφοδέλτιο που παρουσιάστηκε, γεγονός που επιχειρήθηκε να προβληθεί –χωρίς να πείσει– ως «ανανέωση». Το «χρίσμα» της τελευταίας στιγμής δεν ανέστρεψε θεαματικά την προδιαγεγραμμένη πορεία.
Φτάνοντας στις δημοτικές εκλογές ο Στάθης Ανδρεόπουλος κι ο συνδυασμός «Χαλάνδρι Φιλική Πόλη», είχαν απέναντί τους, όχι μόνο τον Γιώργο Κουράση, που με το χρίσμα της Νέας Δημοκρατίας φάνταζε έτοιμος διάδοχος της δημοτικής παράταξης του Γρηγόρη Ζαφειρόπουλου, όχι μόνο τους αντάρτες του ΠΑΣΟΚ και τους άλλους δύο αριστερούς συνδυασμούς, αλλά προπαντός τη δυσπιστία και την επιφυλακτικότητα των δημοτών του Χαλανδρίου για το πόσο θα μπορούσε να χειριστεί αυτός κι ο συνδυασμός του τα δημοτικά θέματα με αξιοπιστία κι αποτελεσματικότητα. Εδώ κρίθηκε και ουσιαστικά το αποτέλεσμα, το άνοιγμα της κάλπης απλώς το επιβεβαίωσε και τυπικά.
Κοιτώντας μπροστά, θα λέγαμε ότι οι εκλογές του Μαΐου του 2014 δεν είναι τόσο μακριά, όχι τουλάχιστον τόσο μακριά, όσο φαντάζει το να βρεθεί από τις προοδευτικές και άλλες δυνάμεις που υπάρχουν, μια αξιόπιστη εκδοχή, που να κατορθώσει να διεκδικήσει τον Δήμο με αξιώσεις…

Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2010

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ: Το μη χείρον βέλτιστον

Μια από τις αναμετρήσεις του δεύτερου γύρου των δημοτικών εκλογών, που αναμένεται να έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, πραγματοποιείται την προσεχή Κυριακή στο Δήμο Χαλανδρίου. Αναμετρώνται ο συνδυασμός «Χαλάνδρι σε Δράση» με υποψήφιο Δήμαρχο τον Γιώργο Κουράση, που συγκέντρωσε την πρώτη Κυριακή ποσοστό ψήφων 35,69% και ο συνδυασμός «Χαλάνδρι Φιλική Πόλη» με επικεφαλής τον υποψήφιο Δήμαρχο Στάθη Ανδρεόπουλο, που συγκέντρωσε το 23,37% των ψήφων.
Η κατακόρυφη πτώση κατά 10 περίπου ποσοστιαίες μονάδες, που συγκέντρωσε ο πλειοψηφών συνδυασμός, που υποστηρίζεται από τη Νέα Δημοκρατία, σε σύγκριση με εκείνων του απερχόμενου Δημάρχου Γρηγόρη Ζαφειρόπουλου, που στις προηγούμενες εκλογές του είχε επιτρέψει να επικρατήσει από τον πρώτο γύρο, δίνουν το δικαίωμα στον Στάθη Ανδρεόπουλο, που υποστηρίζεται από το ΠΑΣΟΚ, να ελπίζει, ότι οι πιθανότητες ο Δήμος «ν’ αλλάξει χέρια», για πρώτη φορά μετά το 1992, είναι πολλές. Στο γεγονός αυτό συνηγορεί και το συνολικό ποσοστό που συγκέντρωσαν οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης, που ανέρχεται στο 40,95% κι ότι μεταξύ τους βρίσκονται δύο συνδυασμοί «ομογάλακτων» υποψηφίων (του Κώστα Παττακού και του Νίκου Πανταζή), που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ και συγκέντρωσαν το 15,13%.
Αν ζούσαμε στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, τα δεδομένα θα ήταν ξεκάθαρα κι ο Στάθης Ανδρεόπουλος θα μπορούσε βάσιμα να πιστεύει, ότι δικαιούται να προβάρει το κοστούμι του Δημάρχου. Τότε ο υπολογισμός των ποσοστών του δεύτερου γύρου απαιτούσε μόνο μια πρόσθεση, γεγονός που, αναγόμενο στις σημερινές συνθήκες, θα σήμαινε 23,37+40,95=64,32… Οπότε… Καληνύχτα σας κύριε Κουράση.

Δυστυχώς –ή ευτυχώς κατ’ άλλους– τα πράγματα στο Χαλάνδρι, όπως και σ’ όλη τη χώρα, όσον αφορά την εξαγωγή ασφαλών προβλέψεων για το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου, έχουν καταστεί πολύ περίπλοκα και σύνθετα. Ο κομματικός ανταγωνισμός κι οι έριδες στην κεντρική πολιτική σκηνή μεταφέρθηκαν σταδιακά και πλήγωσαν ανεπανόρθωτα το θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης. Οι τοπικές εκλογές έχασαν το χαρακτήρα και τον προσανατολισμό τους και μετατράπηκαν τετραετία με την τετραετία σε πεδία αχαλίνωτου κομματισμού, αλλά και σύμπηξης ποικιλώνυμων σκοπιμοτήτων και ιδιοτελών συμφερόντων.
Με τον τρόπο αυτό, η ευθύγραμμη σχέση υποψηφίων και ψηφοφόρων, που καθοριζόταν εν πολλοίς μόνο από την ιδεολογική ή κομματική ταυτότητα, δηλητηριάστηκε και στρεβλώθηκε βάναυσα από κατευθυνόμενες συμπεριφορές, που δεν στόχευαν απλώς από την πλευρά των ηττημένων στην μη εκλογή του παραταξιακού αντιπάλου, αλλά στην με κάθε τρόπο παρεμπόδιση της εκλογής οποιουδήποτε αντιπάλου στοχοποιούνταν σε προσωπικό ή παραταξιακό επίπεδο ανεξάρτητα από ιδεολογική ή κομματική συγγένεια ή υποστήριξη.
Δεν είναι τυχαίο, ότι παρακμιακά φαινόμενα του πολιτικού συστήματος εμφανίζονται στις πιο πρόσφατες εκλογές, με μεγαλύτερη μάλιστα ένταση πολλές φορές, σε τοπικό επίπεδο. Ούτε, επίσης, ότι η έννοια του καταλληλότερου για τις τοπικές υποθέσεις έχει ξεπεραστεί από την επικράτηση του κριτήριου της αρνητικής ψήφου. Όχι ο καλύτερος, αλλά ο οποιοσδήποτε συγκυριακός σύμμαχος.
Ένα μεγάλο μέρος της αποχής από τις εκλογές της περασμένης Κυριακής, δεν σχετίζεται μόνο με την έκφραση δυσαρέσκειας, αποστροφής, ανοχής ή οποιαδήποτε άλλης συμπεριφοράς και στάσης απέναντι στην κρίση και τις συνέπειές της, ούτε στην απαξίωση μόνο των κομμάτων και του πολιτικού συστήματος, αλλά αφορά και τους θεματοφύλακες της τοπικής αυτοδιοίκησης. Μέρος του ίδιου συστήματος είναι οι Δήμαρχοι κι οι άλλοι τοπικοί άρχοντες, που αναπαράγουν –παρά τις φωτεινές εξαιρέσεις που απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα– για δεκαετίες συμπτώματα και εκφάνσεις παρακμής και διαφθοράς.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα στο Χαλάνδρι, όπως και σ’ όλη την Ελλάδα, αυτή την Κυριακή δεν αναμένω να κερδίσουν οι καλύτεροι, οι καταλληλότεροι, η τοπική αυτοδιοίκηση, ο Καλλικράτης –καλά, αυτός έχει πάθει μεγάλη ζημιά, η κυβέρνηση ή η αντιπολίτευση, το «μνημόνιο» ή το «αντιμνημόνιο». Θα κερδίσει εκείνος που θα πάρει τις περισσότερες ψήφους και τις περισσότερες ψήφους τις κερδίζει κατά κανόνα αυτός που θα κατορθώσει να επιβάλει την εκλογή του στην τοπική κοινωνία όχι κατ’ ανάγκη σαν απαραίτητη και χρήσιμη, αλλά απλώς ως αναγκαίο κακό…