Πέμπτη 8 Μαρτίου 2012

ΠΑΣΟΚ: Σε κρίση μέσα στην κρίση.


Η ώρα του «ταμείου» έρχεται αργά, βασανιστικά –κι ίσως μοιραία– για το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, το ΠΑΣΟΚ της καθομιλούμενης.

Δεν το προαγγέλλουν οι δημοσκοπήσεις, δεν το προμηνούν οι πρόσφατες διαγραφές στελεχών, δεν το προοινίζει κάν η άχαρη κι άδοξη –για να χρησιμοποιηθεί μια ήπια λέξη– απομάκρυνση του Γιώργου Παπανδρέου από τη ηγεσία του.

Το δηλώνει η πικρή σιωπή κι η πληγωμένη περηφάνια εκείνων που πίστεψαν ότι «θα τον κερδίσουμε τον ήλιο, σίγουρα ναι» και πως «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες». Το φανερώνει η θυμωμένη ματιά κι ο οργισμένος λόγος εκείνων που πίστεψαν στις 4 Οκτωβρίου του 2009, ότι «ήρθε η ώρα να χτίσουμε μια δυνατή οικονομία» κι ήλπισαν στις 23 Απριλίου του 2010, ότι ήταν πράγματι «χαρτογραφημένα τα νερά» του μνημονίου.

Αν πολλοί θεωρούν το ΠΑΣΟΚ –κι όχι άδικα– εφτάψυχο και πιστεύουν ότι κι αυτήν τη φορά, όπως τόσες φορές στο παρελθόν, θα ξεπεράσει τον «κάβο» των εκλογών, το πιθανότερο είναι πως κινδυνεύουν να διαψευστούν.

Δεν είναι ότι έγιναν καθοριστικά λάθη διακυβέρνησης τη διετία 2009 – 2011, ούτε στην αναγκαστική συγκατοίκηση με τη Νέα Δημοκρατία και τον ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση Παπαδήμου, ούτε καν στο γεγονός, ότι στις προσεχείς εκλογές «κατεβαίνει» πολυδιασπασμένο.

Η κρίσιμη παράμετρος, το καθοριστικό κριτήριο, ο βασικός λόγος, είναι η πεποίθηση της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού που παραδοσιακά ή ευκαιριακά το ακολουθούσε ή το υποστήριζε, ότι το ΠΑΣΟΚ έχασε το πολιτικό του στίγμα, έχασε τη λαϊκή του νομιμοποίηση, έχασε –με άλλα λόγια– την ψυχή του.

Από την εποχή της «Ελλάδας της Αλλαγής» μέχρι την εποχή της «Ελλάδας της ΟΝΕ» με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, όποιες δυνάμεις κι αν κυριαρχούσαν στο εσωτερικό του και σηματοδοτούσαν την πορεία του, είτε αυτές που το τραβούσαν με ευκολία προς τον λαϊκισμό, είτε εκείνες που το έσπρωχναν με δυσκολία προς τον εκσυγχρονισμό, διέθεταν το χάρισμα ή την ικανότητα να συντηρούν ένα σαφές κι ευδιάκριτο ψυχολογικό και συναισθηματικό υπόβαθρο που επέτρεπε να διατηρούνται ζωντανές κι επίκαιρες ανά πάσα στιγμή οι ιστορικές του αναφορές και τα κοινωνικά του ερείσματα.

Παράλληλα όμως, είχαν κι έναν κεντροαριστερόστροφο πολιτικό προσανατολισμό και ρητορική, που επέτρεπε, αφενός μεν να απευθύνεται σ’ ένα ευρύ ακροατήριο και να ενσωματώνει ετερόκλιτες κοινωνικές δυνάμεις κι αφετέρου ν’ αντιμετωπίζει τόσο τη φθορά του χρόνου στη διακυβέρνηση του τόπου, όσο και τις διακομματικές τριβές ή απόπειρες διεμβολισμού από τα δεξιά ή τ’ αριστερά του.

Δεν είναι η κρίση στην οικονομία που κονιορτοποίησε το υπόβαθρο και ανέτρεψε τον προσανατολισμό του. Η διάρρηξη του ΠΑΣΟΚ με τους κοινωνικούς συνομιλητές του και τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους του σηματοδοτήθηκε πολλά χρόνια πριν. Σ’ εκείνο το κρίσιμο συνέδριο του Μαρτίου κρίθηκε αμετάκλητα η τύχη των εξελίξεων. (Ίσως από τότε να κρίθηκε κι η τύχη του νέου αρχηγού του). Τότε που αντί της αυτοκριτικής, του απολογισμού, της αναδιοργάνωσης και της ριζικής ιδεολογικής και στελεχιακής ανασυγκρότησης, επιλέχτηκε ο εύκολος δρόμος της επίπλαστης ενότητας και το ευκαιριακό κι επιπόλαιο «κλείσιμο λογαριασμών».

Πόσα πια να χωρέσουν κάτω απ’ το χαλί μετά από είκοσι –τότε– χρόνια διακυβέρνησης;

Κάπως έτσι, το παρελθόν από εμπνευστής έγινε βρόγχος, η ιστορία αντί να διδάξει τύφλωσε, η προσφορά και το έργο από εφαλτήρια έγιναν εφιάλτες.

Κάπως έτσι, η περίοδος της δεξιάς διακυβέρνησης αντί ν’ αξιοποιηθεί σαν θερμοκοιτίδα ζυμώσεων κι ανανέωσης ξεστράτισε σε ανούσιες αναζητήσεις και σε νεφελώδεις εξαγγελίες.

Κάπως έτσι η αντιπολιτευτική πρακτική έμοιαζε όλο και πιο μπαγιάτικη και ξεπερασμένη κι η κρίση εμπιστοσύνης διατηρούσε την κοινωνία σταθερά αποστασιοποιημένη.

Οι εκλογές του 2009 ανέδειξαν ηττημένο, τη Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή κι όχι νικητή το ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ βρέθηκε εκ νέου στη διακυβέρνηση όχι μόνο εισπράττοντας σε ψήφους την αντίδραση του εκλογικού σώματος, αλλά θαρρείς κι από ένα τραγικό –όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια– καπρίτσιο της ιστορίας.

Βρέθηκε για ν’ αντιμετωπίσει τη θύελλα και τα οργισμένα κύματα που είχαν ξεσπάσει εξαιτίας της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης, αλλά ταυτόχρονα το παρελθόν και την ιστορία του.

Όταν άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου και το ΔΝΤ, τα μνημόνια κι οι τρόικες μπήκαν για τα καλά στην καθημερινότητά μας, τότε ξεσηκώθηκαν με ορμή όλα όσα –κοινά μυστικά– κρύβονταν με επιπολαιότητα επί χρόνια κάτω από το χαλί όχι μόνο του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της χώρας ολόκληρης.

Σε ποια ερείσματα να στηριχτείς την τελευταία στιγμή όταν έχεις αποκηρύξει κομμάτια ολόκληρα του είναι σου;

Με ποιο σθένος ν’ αντισταθείς όταν η πολιτική σου πλατφόρμα είναι μόνο κέλυφος;

Με ποιες δυνάμεις να συμπορευτείς όταν έχεις μείνει μόνος μέσα στην αρένα;

Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα –ή μήπως αρένα;

Η αλήθεια είναι ότι ούτε τότε κοιτάχτηκε ίσια στα μάτια. Ίσως κάποιοι μάλιστα, να επιθυμούσαν διακαώς να ρίξουν ακόμα και στάχτη σ’ όλων τα μάτια, ντόπιων και ξένων, πιθανολογώντας ότι κάποια στιγμή θα ξυπνήσουν απ’ αυτό το κακόγουστο –όπως νόμιζαν– όνειρο και θα εξακολουθήσουν ν’ απολαμβάνουν τα προνόμια της εξουσίας, όπως κάποιες αλλοτινές εποχές.

Οι «ηρωικές» μέρες που ακολούθησαν αποδόμησαν και τα τελευταία ίχνη κομματικής συνοχής που υπήρχαν. Η ψηφοφορία για τη νέα δανειακή σύμβαση απλώς το επιβεβαίωσε. Μόνο το ένστικτο της αυτοσυντήρησης είχε απομείνει πλέον κι ο απόηχος από ένα μακρινό παρελθόν που μάλλον με μοιρολόι έμοιαζε παρά με παιάνα αφύπνισης και αναδιάταξης.

Αν αυτό το ένστικτο αποδειχθεί «βασικό» μένει να το δείξει ο καιρός και να το κρίνει η ιστορία.