Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017

"Κανονικοί άνθρωποι".


Υπάρχει ένας κόσμος εκεί έξω από κανονικούς ανθρώπους. Κάποιους τους γνωρίζω προσωπικά, άλλους όχι, έχουμε βρεθεί στα «μέσα». Οι άνθρωποι αυτοί, από το δημόσιο λόγο που εκφέρουν, από τις απόψεις που εκφράζουν, από το ύφος και το στυλ, από τον τρόπο, τέλος πάντων, που δείχνουν να συμμετέχουν στο πολιτικο-κοινωνικό γίγνεσθαι, έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον μου, έχουν κερδίσει την εκτίμησή μου, τους ξεχωρίζω και μ’ αρέσουν.

Δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να εκφραστεί και να εκληφθεί η «κανονικότητα» στις μέρες της πλήρους απαξίωσης των πάντων κι ιδιαίτερα των κομμάτων και της πολιτικής, θεωρώ, όμως, ότι θα συμφωνήσουμε αν δεχτούμε, ότι οι «κανονικοί» αυτοί άνθρωποι τοποθετούνται σ’ αυτή την κατηγορία, γιατί με σταθερότητα και σαφήνεια, με νηφαλιότητα και ήθος, με τεκμηρίωση και ψυχραιμία, υπηρετούν και εκφράζουν τις αρχές και τις αξίες που υποστηρίζουν.

Ποιες αρχές και ποιες αξίες; Θα μου πεις. Αντιστέκονται στον πολιτικό «χυλό» και στον επικοινωνιακό ειρμό, θα σου απαντήσω. Ναι, έχουν γνώση και γνώμη κι εκφράζονται με γλώσσα λιτή, κατανοητή αποφεύγοντας ακρότητες και συκοφαντίες, ξεχωρίζουν σαν «τη μύγα μέσ' στο γάλα» από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, από τις κραυγές, τις εξυπνάδες και τα ευφυολόγήματα του τάλιρου –κι αν– που έχουν κυριαρχήσει και γελοιοποιούν το δημόσιο λόγο και χώρο.

Αυτοί οι «κανονικοί άνθρωποι», έχουν άποψη για τους λόγους που βρισκόμαστε στη σημερινή περιδίνηση ως χώρα και ως κοινωνία, δεν έχουν υποκύψει σε εύκολες εκδοχές συνωμοσίας ή σε επιπόλαιες υποδείξεις υπευθύνων και, ευκαιρίας δοθείσης, έχουν διατυπώσει σαφείς προτάσεις για την υπέρβασή της μακριά από λαϊκισμούς κι εύκολες λύσεις.

Το σπουδαιότερο, όμως, ενώ διαθέτουν κι εκπέμπουν ευδιάκριτο πολιτικό στίγμα –έστω κι αν έχουν διαφορετικές αφετηρίες και διαδρομές– μένουν μακριά από ιδεοληψίες κι ιδεολογικές προκαταλήψεις και δεν έχουν αναστολές ή επιφυλάξεις ως προς την προστασία και διαφύλαξη θεμελιωδών συνταγματικών αρχών και κανόνων, δηλαδή, πίστη στο δημοκρατικό πολίτευμα, τη λαϊκή κυριαρχία, τις ατομικές και κοινωνικές ελευθερίες, τη δίκαιη κι ανεμπόδιστη ατομική και κοινωνική ανάπτυξη με σεβασμό στο δημόσιο συμφέρον και την προστασία των κοινωνικά ασθενέστερων.

Αυτοί οι «κανονικοί άνθρωποι», πολλοί από τους οποίους ασχολούνται ενεργά με την πολιτική, επιμένουν με κάθε ευκαιρία στην ανάγκη της μεγαλύτερης δυνατής συνεννόησης και συνεργασίας των πολιτικών δυνάμεων ενόψει των κρίσιμων αλλαγών που έχει ανάγκη η χώρα και δεν φείδονται πολιτικού κόστους, ούτε «μασούν τα λόγια τους» αναφερόμενοι στις δυσκολίες και τις υπερβάσεις που είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθούν.

Χαίρομαι να επικοινωνώ και ν' ανταλλάσσω απόψεις μαζί τους· ο προβληματισμός τους είναι γόνιμος, η κριτική τους βάσιμη, η διάθεσή τους θετική. Σ' αυτή τη συγκυρία και την καμπή τους αντιλαμβάνομαι σαν φανοστάτες της ασφαλέστερης οδού προς το μέλλον, της διεξόδου που πρέπει πάση θυσία να διατηρηθεί ανοιχτή.

Ταυτόχρονα, νοιώθω να τους βαραίνει ένα χρέος –όσο βαριά κι αν ακούγεται η λέξη– να μη λυγίσουν, να κρατήσουν ζωντανή την ελπίδα παντού, όπου κι αν βρίσκονται, με την καθαρότητα του λόγου τους, με το ήθος, με την αξιοπρέπειά τους· να συμβάλουν με το παράδειγμά τους ώστε να περάσουν στο αύριο όσα αποτελούν τη συνέχεια, το νήμα της Ιστορίας, την κοινή μοίρα, την επιμονή, τη δύναμη και την απαντοχή στις δυσκολίες.

Έχουμε ανάγκη ως κοινωνία, ως λαός, το αντίδοτο, το ευεργετικό μπόλι, της νηφαλιότητας, της σωφροσύνης, της λογικής και του καλού λόγου, απέναντι στη χυδαιότητα και τον λαϊκισμό, που καθημερινά ξεδιάντροπα και ξετσίπωτα επελαύνουν αδιακρίτως δηλητηριάζοντας με μίσος, αλαζονεία και ψεύδη τον κοινωνικό ιστό. Έχουμε ανάγκη τις φωνές των «κανονικών ανθρώπων», γι’ αυτό πρέπει ν’ αντέξουν, παρά τα εμπόδια, τις δυσκολίες και τη σύγχυση· οι «κανονικοί άνθρωποι» πρέπει να σταθούν όρθιοι.

Το μέλλον βρίσκεται πέρα και πίσω απ’ τον κουρνιαχτό και τ’ αναχώματα της μισαλλοδοξίας και της μιζέριας, πέρα και πίσω απ’ τις κραυγές της αλλοφροσύνης και του διχασμού, πέρα και πίσω απ’ τον κακό μας εαυτό, πέρα απ' το σήμερα.

Εκεί βρίσκεται η «κανονική» ζωή, εκεί πρέπει να μας οδηγούν –αδιαφορώντας για το όποιο κόστος  οι «κανονικοί άνθρωποι».

Κυριακή 13 Αυγούστου 2017

Δυο μικρές φράσεις, μια μεγάλη αλήθεια.


Απέπνεε έναν ενθουσιασμό που μ’ άρεσε το «Τρεις Ολυμπιάδες + ένας Αύγουστος»· γενικά, όπου συναντήσω κείμενο με την υπογραφή της Λίνας Παπαδάκη το διαβάζω.

Μέσα στις προτροπές και τις μικρές διαδοχικές αλήθειες του παραπάνω κειμένου, λοιπόν, βρισκόταν κι η πιο μεγάλη –κατά τη γνώμη μου– αλήθεια, αλλά κι η απάντηση-εμπόδιο ταυτόχρονα. Αναρωτιέται, ανάμεσα στα άλλα, η συγγραφέας: «Ποια άλλη από τις ηλικίες που προηγήθηκαν και που ακόμα ορίζουν τις τύχες της πολιτικής ζωής, των επιχειρήσεων, της Τέχνης, της επιστήμης  έχει τη μόρφωσή μας, την εξωστρέφειά μας, τη γνώση της τεχνολογικής γλώσσας της εποχής μας, την απελευθέρωση από τις συντηρητικές αγκυλώσεις, την ανοιχτή ματιά μας;»

«Καμιά» μπορώ ν’ απαντήσω μ’ αυθορμητισμό και άνεση.

Αρκεί, άραγε, αυτό αναρωτιέμαι με τη σειρά μου, τη στιγμή που «ακόμα ορίζουν τις τύχες της πολιτικής ζωής, των επιχειρήσεων, της τέχνης, της επιστήμης» οι ηλικίες –κι οι γενιές– που προηγήθηκαν; Τι πιθανότητες έχει –συνεχίζω το συλλογισμό μου– η γνώση, το ταλέντο, η τεχνολογία ή η ανοιχτή ματιά από μόνα τους ν’ αντιπαλέψουν, δίχως πολιτικά εργαλεία κι εκπροσώπηση, κατεστημένα κι αγκυλώσεις δεκαετιών ή μιας ολόκληρης ζωής;

«Καμιά» μπορώ και πάλι ν’ απαντήσω με τον ίδιο αυθορμητισμό και την ίδια άνεση.

Δεν είναι μόνο μιας ηλικίας ή μιας γενιάς η ευθύνη για το σήμερα, ούτε μόνο μιας ηλικίας ή μιας γενιάς υπόθεση το αύριο. Το παρόν και το μέλλον αποτελούν τους κρίκους της ίδιας διαχρονικής αλυσσίδας με το παρελθόν κι αναφέρονται στην ίδια κοινωνία, σε μια κοινωνία ανισοτήτων, ανταγωνιστική, εσωστρεφή και παραδοσιακή· την ελληνική.

Θα ήταν συναρπαστικό, αν σ’ αυτή την ιστορική καμπή, αυτή η κοινωνία κατόρθωνε να διακρίνει και να επιλέξει να την εξουσιάσουν και να την κατευθύνουν πολιτικές δυνάμεις που θα πλαισιωνόταν κατά κύριο λόγο από εκπροσώπους νεώτερων ηλικιών, γενιών, από νέους πολιτικούς, από ανθρώπους με πολιτικές ανησυχίες, ιδέες κι οράματα για το παρόν και το μέλλον. Δυστυχώς, και για την κοινωνία και για τον καθένα από εμάς, τα μέλη της, η πλειοψηφία επέλεξε κατά τα πατροπαράδοτα– κομματικά σχήματα από τα παραδοσιακά για τη διακυβέρνησή της κι αυτά με τη σειρά τους κινήθηκαν όσο πιο παραδοσιακά μπορούσαν στις επιλογές και τις αποφάσεις τους.

Έτσι, ό,τι ενδιαφέρον και νεωτεριστικό ακούστηκε μετά το ξέσπασμα της κρίσης, ό,τι πιο ενδιαφέρον κι αυτονόητο ως προς τα πολιτικά ήθη και πράγματα, προσπεράστηκε γρήγορα κάτω από τα ποδοβολητά αγανακτισμένων ή διαμαρτυρόμενων, ξεχάστηκε πίσω από μυριάδες υποσχέσεις, θεωρίες, συνωμοσίες, λάθη και ψέματα. Δεν κατόρθωσε από μόνο του το πολιτικά «νέο» ν’ αντιπαλέψει όλα αυτά που το «ψημένο» και δοκιμασμένο σε σκληρές κομματικές αντιπαραθέσεις και πολιτικές σκοπιμότητες σύστημα μπορούσε να υπηρετήσει και να εξυπηρετήσει.

Ζούμε μιαν πραγματικότητα κι αυτή δεν μπορεί ν’ αλλάξει ούτε αυτόματα, ούτε μ’ ευχές, ούτε –πολύ περισσότερο– με παραινέσεις. Οι παραινέσεις κι η έξαψη του θυμικού, η κινητοποίηση, τελικά, της κοινωνίας, των ομάδων, των ατόμων –ιδιαίτερα σε συνθήκες απογοήτευσης κι αποστασιοποίησης– δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί με μεμονωμένες ενέργειες κι ηρωικές προσπάθειες. Αυτές είναι καταδικασμένες να πεθάνουν και δεν πα’ να το προσπαθούν κάθε μια για λογαριασμό της όλες οι ηλικίες από σαράντα και κάτω.

Σήμερα χρειάζεται, ίσως όσο ποτέ –μεγάλη κουβέντα, αλλά όπως πάνε τα πράγματα, ταιριάζει γάντι–, συμμαχία όλων των γενιών κι όλων των ηλικιών που πιστεύουν στη δημοκρατία, την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και την ισονομία. Όχι χωρίς ιδεολογικό προσανατολισμό κι αναφορά, όχι «χύμα στο κύμα» και για το «γιούργια για τις καρέκλες», όχι μ’ ανιστόρητες συρραφές και ανίερες συμμαχίες, όχι για την κατάληψη της εξουσίας, αλλά για τη διακυβέρνηση του τόπου.

Αν κατορθώσουν να συναντηθούν και να συνεννοηθούν οι πολιτικές δυνάμεις που σήμερα αναζητούν μιαν ανάσα κι ένα πολιτικό στίγμα πέραν της Νέας Δημοκρατίας κι έξω απ’ το ΣΥΡΙΖΑ, αν κατορθώσουν οι νέοι τους οποίους καλεί η Λίνα Παπαδάκη να δώσουν ένα ηχηρό παρόν και να αναζωογονήσουν μ’ αποφασιστικότητα, ζωντάνια και αυτοπεποίθηση το γερασμένο και ταλαιπωρημένο κουφάρι της πολιτικής, αν τροφοδοτήσουν μ’ ενέργεια και μπολιάσουν μ’ ειλικρίνεια τον διάλογο που εξελίσσεται σ’ αυτό το χώρο, όλα είναι δυνατόν ν’ αλλάξουν.

Βαριά ευθύνη και δύσκολη, αλλά είναι η ώρα αυτή η γενιά –γιατί όχι;– που ζούσε με τη βεβαιότητα και την ασφάλεια, ότι το αύριο θα είναι καλύτερο, να δώσει όλες τις δυνάμεις, μαζί μ’ εκείνους που το μπορούν και το θέλουν, να γεμίσουν και πάλι πίστη για την πολιτική οι δεκαοχτάρηδες, να χαραχθεί ένα χαμόγελο ελπίδας στους πρόωρα γερασμένους φτωχούς, ν’ ανοίξει μια διέξοδος επιστροφής για εκείνους που έχουν εξαφανιστεί απ’ τον ορίζοντα.

Τότε η γενιά της, και… «αι γενεαί πάσαι», αλλά κι όσοι μετεωρίζονται σήμερα πάνω από το τεράστιο πολιτικό κενό, πάνω από την κατάμαυρη πολιτική τρύπα, θα γίνουν ένα για να υπερβούν τα σημερινά εμπόδια, θα διακρίνουν ξεκάθαρα τις προκλήσεις και τις ανάγκες των καιρών, θα έχουν κάποιο λόγο για να μονιάσουν, θα θελήσουν να υπερβούν αντιθέσεις και διχόνοιες, ν’ αποδεχτούν τη διαφορετικότητα και τις διαφωνίες, θα τολμήσουν να ενώσουν τις εμπειρίες και τις γνώσεις, τις ιδέες και τις αξίες, το κοινό μέλλον κι όραμα και να κλείσουν μια και καλή τους λογαριασμούς με το παρελθόν –όχι στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας–, αλλά στην κοινή πεποίθηση για ένα καλύτερο αύριο για όλους, για την κοινωνία στο σύνολό της, δίχως διακρίσεις κι αποκλεισμούς.